η ταυτότητά μας

η ταυτότητά μας

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

η μαγκιά του "Βαγγέλα"

Αποτέλεσμα εικόνας για Βαγγέλης Μεϊμαράκης
Ο Τσίπρας είναι «πονηρούλης», είναι και «ψευταράκος». Είναι ένας «τύπος» που θέλει να την «κοπανήσει» και ψάχνει για έναν «αυτοφωράκια».

Επί της ουσίας, ίσως έχει δίκιο ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης (οπωσδήποτε, δε, όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό), αλλά μήπως το έχει λίγο παρακάνει με το μάγκικο ύφος;

Νομίζω ότι το ερώτημα μάλλον δεν απασχολεί τον ίδιο, αν και θα έπρεπε. Μέχρι στιγμής όμως, δίνει την εντύπωση ότι απολαμβάνει τον ρόλο του αρχηγού της Ν.Δ. και μάλιστα σε προεκλογική εκστρατεία, γι’ αυτό τον λόγο αφήνει τον εαυτό του να εκφράζεται ελεύθερα, με αποτέλεσμα να βγαίνει ένα ύφος μάγκικο, κεφάτο, κάποτε χαβαλετζίδικο, το οποίο μεταφέρει ένα νοσταλγικό (για κάποιους) απόηχο από τις πρώτες ένδοξες ημέρες του Νεοκαραμανλισμού, τότε που η ΔΕΘ γινόταν το πρόσχημα για μυθικά γλέντια στη συμπρωτεύουσα, σε αρκετά από τα οποία πρωτοστατούσε ο Μεϊμαράκης.

Φαντάζομαι,
όμως, ότι υπάρχει και ένας σοβαρότερος λόγος ο οποίος κάνει τον αρχηγό της Ν.Δ. να προβάλει τόσο έντονα την προσωπικότητά του, σε μια προεκλογική εκστρατεία που την έχει πάρει επάνω του. 

Προφανώς, έχει πεισθεί ότι έτσι συσπειρώνει το κόμμα, δηλαδή αυτές τις κάμποσες χιλιάδες των μικρομεσαίων στελεχών που αποτελούν αυτό που λέμε «κομματικό μηχανισμό». Είναι πολύ πιθανό, δε, η άποψη αυτή να είναι η σωστή ― στο κάτω κάτω, αν κάποιος γνωρίζει άριστα αυτό τον θλιβερό κόσμο των κακομούτσουνων, ανίκανων και πονηρών που περιμένουν να διοριστούν σε διοικήσεις οργανισμών ή νοσοκομείων για να λιγδώσει το άντερό τους είναι ο Μεϊμαράκης. (Συγγνώμη για τη διατύπωση «να λιγδώσει το άντερό τους», αλλά είναι αναπόφευκτο να επηρεάζομαι από το θέμα μου…).

Καλώς ή κακώς, όσο και αν σιχαίνομαι τα περιτρίμματα της κοινωνίας που βιοπορίζονται μέσω των κομμάτων, αναγνωρίζω ότι η συμμετοχή τους είναι απαραίτητη για μια προεκλογική εκστρατεία.
 Οταν, λ.χ., ο Αντλάι Στίβενσον ΙΙ (άνθρωπος φιλελεύθερος, διανοούμενος ολκής, αληθινός ρήτορας και πολύ κύριος) έβαλε υποψηφιότητα στις προεδρικές του 1956 με τους Δημοκρατικούς εναντίον του Αϊζενχάουερ, τον πλησίασε μία άγνωστή του κυρία (προφανώς καλής οικογενείας και αρίστης μορφώσεως…) και τον βεβαίωσε: «Κύριε Στίβενσον, όλοι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι θα σας ψηφίσουν». Της απάντησε: «Σας ευχαριστώ, κυρία μου, αλλά χρειάζομαι την πλειοψηφία».

Ισχύει και για τον Μεϊμαράκη. Με τη διαφορά, όμως, ότι η πλειοψηφία δεν είναι τα κομματόσκυλα, όπως δεν είναι και οι «σκεπτόμενοι». 
Την πλειοψηφία αποτελούν οι χιλιάδες συνηθισμένοι άνθρωποι που ψηφίζουν με γνώμονα το συμφέρον των ίδιων και των παιδιών τους (και πολύ καλά κάνουν) χωρίς ιδεοληψίες και δεσμούς αποκλειστικότητας με το τάδε ή το δείνα κόμμα. Μετά από πέντε χρόνια πολιτικών περιπετειών, όλοι αυτοί που ψηφίζουν για να βελτιωθούν οι συνθήκες της ζωής τους έχουν πια καταλάβει ότι επιλέγουν ανάμεσα σε μέτριους, στην καλύτερη περίπτωση· για τον λόγο αυτόν, θέλουν, κυρίως, σταθερότητα, σαφείς θέσεις και καθαρούς κανόνες παιχνιδιού. Στο κάτω κάτω, ως και ο τελευταίος πολίτης έχει καταλάβει ότι δεν τίθεται ζήτημα προγράμματος και εξαγγελιών: υπάρχει πρόγραμμα και λέγεται Μνημόνιο, το υπέγραψε ο Τσίπρας και ελάχιστα διαφέρει από αυτά που είχε υπογράψει ο προκάτοχος της θέσης του Μεϊμαράκη στη Ν.Δ.

Η κούραση, που ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει όταν συζητεί με τον κόσμο για τις εκλογές, ίσως σημαίνει ότι η εποχή των συγκινήσεων παρήλθε. Αλλωστε, η «επανάσταση» που οραματίσθηκαν οι αποσχισθέντες του ΣΥΡΙΖΑ απεδείχθη φάρσα πιο αξιοθρήνητη και από ελληνικό σίριαλ. Συνεπώς, με δεδομένους τους περιορισμούς στο πεδίο άσκησης της πολιτικής και την κούραση του κόσμου, την πλειοψηφία θα σχηματίσουν οι ψηφοφόροι που βρίσκουν ότι ένα μίνιμουμ σοβαρότητας εγγυάται τουλάχιστον την ασφάλεια των χειρισμών.



Αυτόν τον κόσμο (αν τον ερμηνεύω σωστά…) δεν θα τον προσελκύσει ο Μεϊμαράκης με τη μαγκιά. Η μαγκιά και η πιάτσα είναι καλές, εφόσον βρίσκονται στο βάθος της εικόνας και δεν πετάγονται άνευ λόγου. Είναι καθησυχαστικό να ξέρεις ότι υπάρχουν σε περίπτωση που χρειασθούν, όταν προβάλλονται όμως ως το κύριο στοιχείο ενός υποψηφίου πρωθυπουργού, απλώς φθείρουν τη σοβαρότητά του. Με τις σημερινές συνθήκες, η λαϊκότητα του σημερινού αρχηγού της Ν.Δ. είναι πράγματι προσόν και δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο ίδιος το γνωρίζει. Αυτό που όμως δεν έχει καταλάβει είναι ότι πρόκειται για προσόν εκείνου του είδους που λειτουργεί όταν υπάρχει χωρίς να εκδηλώνεται αναίτια. Αλλά ας μη βιαστούμε να κρίνουμε ― είμαστε ακόμη στην αρχή…




Σ.Κασιμάτης
kathimerini